Η επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου που, ή δεν έπρεπε να γίνει ή, αφού έγινε, έπρεπε να επιβληθούν αυστηροί διπλωματικοί κανόνες.
Στην Ελλάδα, παρά τα όποια προβλήματα εσωτερικής συνεννόησης μας ταλαιπωρούν, οι πολιτικές δυνάμεις, ομόφωνα σχεδόν, υποστηρίζουν, για αρκετά χρόνια τώρα, ταυτόσημες θέσεις σε ό,τι αφορά στην εθνική κυριαρχία και την εδαφική μας ακεραιότητα και αυτό είναι καλό.
Και όμως, καταφέραμε να γελοιοποιηθούμε διεθνώς αλλά και εντός της χώρας, μετατρέποντας τη συνήθη, «κεκλεισμένων των θυρών» διπλωματική διαδικασία σε τηλεοπτικό θέαμα, ότι δηλαδή ήθελε ο πολιτικό τραυματισμένος και απομονωμένος δικτάτορας - «σουλτάνος» για να παίξει το παιχνίδι του μέσα στο γήπεδό μας, καταπατώντας τις διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο και, ταυτόχρονα, διαπράττοντας την ύβρη να μας δίνει μαθήματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τι προκάλεσε όμως αυτή την τεράστια αστοχία μας και πώς θα μπορούσε να προληφθεί;; Όπως θα μας πει ένας διπλωμάτης σε εισαγωγικό βαθμό, πριν οριστικοποιηθεί η πρόσκληση, συμφωνείται η ατζέντα των θεμάτων προς συζήτηση καθώς και το πρωτόκολλο της επίσκεψης και δεσμεύονται και οι δύο πλευρές να το τηρήσουν. Τοσούτο μάλλον, με δεδομένη την παραδοσιακή «ντελμπισιά» (η λέξη είναι τούρκικη) της γείτονος χώρας. Εάν δεν εξασφαλιστούν πλήρως αυτές οι προϋποθέσεις, απλά δεν γίνεται επίσκεψη. Δεν αρκεί να λέμε ότι τους τα είπαμε. Ζητούμε και παίρνουμε ρητή δέσμευση
Αν πάλι ο πρόεδρος Ερντογάν δεσμεύτηκε αλλά δεν κράτησε τον λόγο του υπάρχουν άλλες διαδικασίες τις οποίες γνωρίζουν οι διπλωμάτες. Η μη τήρηση αυτών των κανόνων εκ μέρους της Κυβέρνησης (πράγμα που δεν μας ξεκαθάρισαν ποτέ) προδίδει πρωτοφανή και επικίνδυνη προχειρότητα και ανικανότητα..
Ένα ‘άλλο θανάσιμο λάθος ήταν η Συνέντευξη του Ερντογάν με τον Αλέξη Παπαχελά που βγήκε στον αέρα πριν αρχίσει η επίσκεψη δίνοντας βήμα στον επισκέπτη που, μη σεβόμενος το πρωτόκολλο, δυναμίτισε την όλη διαδικασία, αναγκάζοντας τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό να αμύνονται μπροστά στον τηλεοπτικό φακό.
Η ευθύνη του Παπαχελά και του προϊσταμένου του Γιάννη Αλαφούζου είναι, εν προκειμένω τεράστια. Δεν ξεπουλάμε τα εθνικά μας δικαιώματα για λίγη παραπάνω τηλεθέαση. Το επιχείρημα περί ελευθερίας του τύπου είναι εντελώς άκυρο. Για θέματα υψίστης εθνικής σημασίας δεν ισχύει. Σε όλες τις δημοκρατικές χώρες μάλιστα, σε τέτοιες περιπτώσεις, η Κυβέρνηση εκδίδει εμπιστευτική «οδηγία» στα ΜΜΕ (το εξωτερικό το λένε “press advice”) για τον σωστό χειρισμό αυτών των θεμάτων. Το έκανε αυτό η Κυβέρνηση;. Αν όχι, η παράλειψη είναι σοβαρή.
Το τι γράφτηκε και το πώς σχολιάστηκαν όλα αυτά, κατόπιν εορτής, στα ελληνικά αλλά και τα τουρκικά μέσα επικοινωνίας (στην Τουρκία γράφουν ό,τι τους υπαγορεύσουν) έχει ελάχιστη σημασία. Συνήθως, όπως και τώρα, όλα σχολιάζονται ανάλογα με την οπτική του μέσου μαζικής επικοινωνίας, του κόμματος στο οποίο πρόσκειται με βάση μικροκομματικά κριτήρια και τα συμφέροντα που το κατευθύνουν. (Δείτε τα πρωτοσέλιδα δυο μόνον εφημερίδων και θα πειστείτε).
Το κακό πάντως, έγινε και ας μας γίνει μάθημα πράγμα για το οποίο δεν αισιοδοξώ. Είμαστε φαίνεται καταδικασμένοι να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη και με τις ίδιες ολέθριες συνέπειες..